- Καλαβρία
- (Calabria). Περιοχή (15.080 τ. χλμ., 1.993.274 κάτ. το 2001) της νότιας Ιταλίας με πρωτεύουσα την πόλη Καταντσάρο (Catanzaro, 93.540 κάτ. το 2001). Περιλαμβάνει πέντε επαρχίες (σε παρένθεση ο πληθυσμός τους το 2001): Καταντσάρο (Catanzaro, 367.592 κάτ.), Κοζέντσα (Cosenza, 727.267 κάτ.), Κροτόνε (Crotone, 163.058 κάτ.), Ρέτζο ντι
Καλάμπρια (Reggo di Calabria, 563.405 κάτ.), Βίμπο Βαλέντια (Vibo Valentia, 171.952 κάτ.).
Η Κ. είναι ορεινή περιοχή, βρέχεται Δ από την Τυρρηνική θάλασσα και Α από το Ιόνιο πέλαγος. Τα όρη της, που κατευθύνονται από Β προς Ν, αποτελούν τα νότια Απένινα. Λόγω της περίπλοκης γεωλογικής της σύστασης έρχονται συχνά σε επαφή κρυσταλλικοί και ασβεστολιθικοί όγκοι. Το έδαφος, συχνά ασβεστολιθικό και πυριτικό, επηρεάζει τη χλωρίδα. Η παράκτια οροσειρά είναι ρηξιγενής με βαθύτατες αυλακώσεις από τη διάβρωση. Από Β προς Ν υπάρχουν τρεις ορεινές περιοχές που χωρίζονται από κοιλάδες: το Πολίνο, η Σίλα και το Ασπρομόντε. Στις ακτές το κλίμα είναι μεσογειακό, ενώ στο εσωτερικό το ύψος των βουνών επιβάλλει ηπειρωτικά χαρακτηριστικά· στα Β τα βουνά εμποδίζουν τα θερμά ρεύματα και η μεικτή χλωρίδα κατεβαίνει έως τα 200 μ., αλλά στα Ν οι βροχές ακολουθούν τις νότιες κυκλωνικές κατευθύνσεις και η εποχή της ανομβρίας διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα.
Μέχρι τον 20ό αι., οπότε εισήχθησαν κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, η Κ. ήταν γενικά υπανάπτυκτη περιοχή. Σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες αποτελούν η γεωργία (καλλιεργούνται σιτηρά, εσπεριδοειδή, σύκα, πατάτες και ελιές), η κτηνοτροφία, η δασοκομία και η αλιεία. Τα κυριότερα ορυκτά που εξορύσσονται είναι το ορυκτό αλάτι και το θειάφι. Στην περιοχή υπάρχουν πολλά υδροηλεκτρικά εργοστάσια και λίγες βιομηχανίες παραγωγής επεξεργασμένων τροφίμων, κρασιού και χημικών προϊόντων.
Ιστορία. Οι αρχαιότεροι κάτοικοι της K. (η οποία αρχικά ονομαζόταν Βρεττία και έλαβε την ονομασία Κ. κατά τον 8ο αι. π.X.), οι Οινωτροί, οι Χώνες και αργότερα οι ιταλικοί λαοί, απώλεσαν σχετικά γρήγορα τον αρχικό τους πολιτισμό, όταν ήρθαν σε επαφή με τα ρεύματα των Ελλήνων αποίκων (8ος-7ος αι.), τα οποία ενέταξαν την περιοχή στον ευρύτερο χώρο του πολιτισμού της Μεγάλης Ελλάδας. Οι πρώτες πόλεις –Σύβαρις, Κρότων, Ρήγιον και Επιζεφύριοι Λοκροί, η ίδρυση των οποίων ανάγεται στον 8o αι.– ανέπτυξαν αρκετά νωρίς υψηλό πολιτιστικό και οικονομικό επίπεδο. Ήδη τον 7o αι. οι Επιζεφύριοι Λοκροί είχαν γραπτή νομοθεσία, την αρχαιότερη ίσως της Ευρώπης· έναν αιώνα αργότερα ο Κρότων φιλοξενούσε, ανάμεσα στους πολίτες του, προσωπικότητες όπως ο Πυθαγόρας και ο Αλκμέων. Η θαυμαστή όμως ανάπτυξη των πόλεων αυτών καθώς και άλλων μικρότερων, συμμάχων τους ή ανεξάρτητων, όπως οι Λάος, Σκίδρος, Σίρις, Σκυλλήτιον, Καυλωνία κλπ., ανακόπηκε μεταξύ 4ου και 3ου αι. Οι αιτίες γι’ αυτό πρέπει να αναζητηθούν είτε στην επεκτατική πολιτική των Συρακουσών (που άρχισε επί Διονυσίου του Πρεσβύτερου) είτε στην προέλαση προς τα νότια των Βρεττίων (οι οποίοι όρισαν πρωτεύουσά τους την Κονσεντία) είτε στην προέλαση του στρατού του Πύρρου και αργότερα του Αννίβα, στον οποίο, μετά τη μάχη των Καννών (216 π.Χ.), άνοιξαν τις πύλες τους ορισμένες από αυτές τις πόλεις. Η επέμβαση της Ρώμης, μεταξύ 3ου και 2ου αι. π.Χ., βοήθησε τη διαδικασία της συγχώνευσης και αφομοίωσης μεταξύ Βρεττίων και Ελληνοϊταλιωτών· οι αρχαίες πόλεις, που είχαν περιέλθει στην κατηγορία αποικιών ή συμμάχων, όπως το Ρήγιον, αποτέλεσαν τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Μετά την πτώση της Ρώμης, η Κ. ταλαιπωρήθηκε από τις επιδρομές και τις λεηλασίες των Βησιγότθων του Αλάριχου και από τις καταστροφές που προκλήθηκαν από τον πόλεμο μεταξύ Γότθων και Βυζαντινών (535-553). Η εισβολή των Λογγοβάρδων (6ος-7ος αι.), η επιστροφή και η κακοδιοίκηση των Βυζαντινών, οι επιδρομές των Σαρακηνών (9ος αι.) εξασθένησαν οικονομικά και κοινωνικά την περιοχή.
Ναός του 10ου αι. στη Στίλο της Καλαβρίας, τοπική αρχιτεκτονική έκφραση του βυζαντινού πολιτισμού.
Φωτογραφία της χερσονήσου της Καλαβρίας στην Ιταλία, από δορυφόρο της NAΣA, τον χειμώνα του 1997 (φωτ. NASA, earth.jsc.nasa.gov).
Κατάλοιπα μεγάλου ρωμαϊκού κτίσματος στην πεδιάδα της Σύβαρης, στην Καλαβρία.
Dictionary of Greek. 2013.